xanthoulis 1.jpg

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου, ο αγαπημένος συγγραφέας μιλά για την Αθήνα, το νέο του βιβλίο και τη Λογοτεχνία που παραμένει ένα είδος αντίστασης

Του Στέφανου Νικολαΐδη

Σήμερα είναι Τετάρτη 23 Απριλίου και είναι Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου.

Η Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου δεν είναι απλώς μια γιορτή για το έντυπο, το μελάνι και το χαρτί· είναι κυρίως μια υπενθύμιση της δύναμης των λέξεων να γεφυρώνουν εποχές, ανθρώπους και συναισθήματα. Με αυτήν την αφορμή, η συνομιλία μας με τον Γιάννη Ξανθούλη αποκτά μια ιδιαίτερη φόρτιση. Έναν συγγραφέα, τα βιβλία του οποίου δεν διαβάζονται απλώς, αλλά κουβαλιούνται μέσα μας.

Ένας αθόρυβος μάγος της αφήγησης που μπορεί, με μια μόνο φράση, να ξυπνήσει μνήμες, να συγκινήσει, να σατιρίσει και να φωτίσει το τραγικό με μια αφοπλιστική αθωότητα. Γεννημένος μέσα σε μια εποχή αναζητήσεων και ανατροπών, γράφει με τρόπο που κάνει το προσωπικό να μοιάζει συλλογικό και το χιούμορ του να γλιστράει πάνω στο σκοτάδι σαν αχτίδα φωτός.

Ένας παρατηρητής της Ελλάδας που άλλαζε –με πείσμα, με πόνο, με ειρωνεία. Η γραφή του έφερε πάντα μέσα της μια νοσταλγία, αλλά ποτέ μια παθητικότητα. Έχτιζε κόσμους με λέξεις, αλλά δεν έκρυβε την τρυφερή του κριτική για έναν κόσμο που συχνά δεν χωρούσε την παιδικότητα και την ποίηση που ο ίδιος κουβαλούσε.

Σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία, ο Ξανθούλης επιμένει λοιπόν να μιλά για την Ελλάδα της μνήμης, της γειτονιάς και της συναισθηματικής παιδείας. Με αφορμή τη μέρα που το βιβλίο γιορτάζει, ο δημοφιλής συγγραφέας μιλά στο skai.gr και μοιράζεται μαζί μας σκέψεις για το παρελθόν, το παρόν και το διαρκές αποτύπωμα της λογοτεχνίας στις ζωές μας.

Γιάννης Ξανθούλης

«Η Άλωση των Αθηνών από τις Αδερφές Γαργάρα»: Ένα δραματικά αστείο παραμύθι για τη σωτηρία μέσα από τη φαντασία

Ο Γιάννης Ξανθούλης επιστρέφει με νέο μυθιστόρημα που κυκλοφορεί αύριο Πέμπτη 24 Απριλίου από τις εκδόσεις Διόπτρα. «Η Άλωση των Αθηνών από τις Αδερφές Γαργάρα» διαδραματίζεται σε μια φανταστική πόλη, τη Ροδόσταμνη, η οποία, όπως λέει, «παράγει τριαντάφυλλα, αλλά και νοσταλγία». Ο ίδιος επιμένει στη δημιουργία μικρών, σχεδόν αυτόνομων κόσμων: «Δεν κάνω μεγάλες πόλεις. Κωμοπόλεις κάνω, για να είμαι μέσα στα πράγματα».

Τοποθετημένο στο μεταίχμιο των δεκαετιών ’50 και ’60, το βιβλίο ακολουθεί δύο κορίτσια που ζουν σε μια φτωχή και κάπως σουρεαλιστική οικογένεια — με πατέρα τον Ηρακλή Γαργάρα, παλαιστή που σηκώνει… μόνος του τον Επιτάφιο. Το όνειρό τους; Να φτάσουν στην Αθήνα. «Η Αθήνα είναι η σωτηρία τους. Όπως ήταν κάποτε και για μένα. Η Αθήνα με υιοθέτησε κι εγώ υιοθέτησα την Αθήνα. Ως εκ τούτου δηλώνω αθεράπευτος αθηνολάτρης».

Μέσα στο βιβλίο παρεμβάλλονται και δικές του ζωγραφιές — όπως εξομολογείται, ζωγραφίζει την ώρα που γράφει. Για εκείνον, φαντασία και δημιουργία είναι ένα. «Η έμπνευση έρχεται ανάποδα. Από μια ασήμαντη αφορμή. Κι από εκεί και πέρα… ο Θεός βάζει το χέρι του».

Γιάννης Ξανθούλης

«Γράφω λες και σαμποτάρω τον ίδιο μου τον εαυτό»

Δεν ακολουθεί συνταγές, ούτε σχεδιάζει την πλοκή από πριν. Αντίθετα, όπως λέει, «πάντα ξεκινώ από την αντανάκλαση του σοβαρού. Αυτό που είναι φοβερό, σε μένα βγαίνει αστείο». Είναι ένας σαμποτέρ του εαυτού του – κι αυτή είναι ίσως και η μεγάλη λογοτεχνική του δύναμη.

Γράφοντας, ταυτίζεται με τους δευτερεύοντες χαρακτήρες. «Εκεί υπάρχω εγώ. Είναι πράγματα που είχα παρατηρήσει στη ζωή μου. Μου έλεγε η μάνα μου: “παρατηρείς τις ανοησίες” – αυτές όμως είναι που με καθόρισαν».

«Ο Έλληνας μάλλον διαβάζει ό,τι του πλασάρεται»

Ο συγγραφέας δεν είναι σίγουρος αν ο Έλληνας διαβάζει – ή αν διαβάζει ό,τι του πλασάρεται. Παρατηρεί ωστόσο με έκπληξη πως οι νέοι είναι πολύ πιο ενημερωμένοι από όσο νομίζουμε, κυρίως λόγω των social media. «Έχω μια εγγονή 17 χρονών στη Νορβηγία, που διαβάζει Χούβερ. Της έλεγα: “Τι είναι αυτά που διαβάζεις;” Δεν μου απαντούσε, αλλά μετά είδα πως έγινε και ταινία».

Γιάννης Ξανθούλης

Θυμάται και ο ίδιος πως έγινε κάποτε «μόδα» – όταν κυκλοφόρησε το «Πεθαμένο Λικέρ» το 1987. Το βιβλίο σημείωσε τεράστια επιτυχία. «Φαίνεται κάτι ξύσαμε. Κάποια νεύρωση του Νεοέλληνα, που ούτε την ξέρει, ούτε την ψάχνει. Και πάντα αυτό είναι το μυστικό ενός best seller».

Και παρότι πολλοί τα σνομπάρουν, τα ευπώλητα – λέει – έχουν τη δική τους χρησιμότητα. «Παρασέρνουν κι άλλους στο βιβλιοπωλείο. Ίσως να ανακαλύψουν κάτι άλλο, πιο ουσιαστικό. Το θέμα είναι να μπουν».

Το «αριστερό κόμπλεξ» των Ελλήνων

Ο Ξανθούλης εντοπίζει μια ιδιόμορφη εμμονή στην ελληνική κοινωνία – αυτό που αποκαλεί «αριστερό κόμπλεξ». «Μετά τη Μεταπολίτευση, ήταν σαν να έπρεπε όλοι οι ήρωες να έχουν κάνει μια βόλτα από το Πολυτεχνείο». Κι αν και ο ίδιος δεν αισθάνεται ότι ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία, παραδέχεται πως όλοι λίγο-πολύ «χρησιμοποιούν» αυτή την ηρωική αφήγηση.

Γιάννης Ξανθούλης

Η λογοτεχνία, όμως, για εκείνον δεν είναι ιδεολογία. Είναι απόδραση. «Αν η φαντασία σου μπορεί να παρασύρει και τον άλλον, αυτό είναι λογοτεχνία».

Η τεχνολογία, η εικόνα και η επιβίωση του παραμυθιού

Αν και ο ίδιος γράφει ακόμη με μολύβι — «μάλλον είμαι στην προ-Γουτεμβέργιου εποχή», λέει χαμογελώντας — δεν αρνείται τη συμβολή της τεχνολογίας. Έχει ήδη ηχογραφήσει audiobooks, ενώ τον προτρέπουν να δοκιμάσει και podcast, «που μοιάζουν λίγο με το παλιό καλό ραδιόφωνο».

Αν και αναγνωρίζει πως ζούμε στην εποχή της εικόνας, κρατά μια απόσταση. «Η τεχνολογία προάγει την εικόνα. Εικονολάτρες. Ίσως να συρρικνώνει τη φαντασία – ίσως όμως και να τη συμπληρώνει». Δεν δηλώνει ειδικός, δεν τον γοητεύει. Επιμένει όμως στην ανάγκη για παραμύθια.

«Αυτό το βιβλίο το αφιερώνω σε όσους ακόμη αγαπούν τα παραμύθια. Σε λίγο ίσως να μην υπάρχουν παραμύθια. Ίσως να προλάβαμε».

Γιάννης Ξανθούλης

«Γράφω για μένα. Αν ακολουθήσουν κι άλλοι, καλώς»

Για τον Γιάννη Ξανθούλη, η συγγραφή είναι πρώτα απ’ όλα προσωπική υπόθεση. «Γράφω πρώτα απ’ όλα για να μου αρέσει εμένα. Αν όσοι πιστοί ακολουθήσουν, τόσο το καλύτερο».

Μιλάει με αγάπη για τα βιβλιοπωλεία – χώρους που δεν σταμάτησε ποτέ να επισκέπτεται. Παραδέχεται πως η τεχνική του έχει βελτιωθεί με τα χρόνια, όμως πολλά από τα παλαιότερα του βιβλία τα αισθάνεται συγγενή με τα σημερινά. «Πιστεύω ότι όλοι γράφουμε το ίδιο βιβλίο. Απλώς αλλάζουμε τους ήρωες. Εκτός αν γράψει κανείς οδηγό μαγειρικής», καταλήγει χαμογελώντας πονηρά.

Γιάννης Ξανθούλης

Πηγή: skai.gr

Πηγή: www.skai.gr



googlenews

Ακολουθήστε το Magazine News  στο Google News



Επισκόπηση απορρήτου

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies ώστε να μπορούμε να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες cookie αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησής σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η αναγνώριση σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπό μας και η βοήθεια της ομάδας μας να κατανοήσει ποιες ενότητες του ιστότοπου θεωρείτε πιο ενδιαφέρουσες και χρήσιμες.