Συνήθως αντιμετωπίζεται με αντιβιοτικά όπως η φιδαξομικίνη (Dificid) και η βανκομυκίνη (Firvanq).
Είναι πολύ μολυσματικό και μπορεί να προκαλέσει μια σειρά συμπτωμάτων, αλλά συνηθέστερα καταλήγει σε κολίτιδα, η οποία είναι η φλεγμονή του τοιχώματος του παχέος εντέρου.
Σύμφωνα με το Αμερικανικό Κολλέγιο Γαστρεντερολογίας, μεταξύ 4% και 15% των υγιών ενηλίκων έχουν το C. diff στο έντερό τους.
Advertisement
Έως και το 70% των βρεφών έχουν C. diff κατά τη γέννηση, αναφέρει το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC).
Άλλα βακτήρια που ζουν στο έντερο συνήθως διατηρούν την ποσότητα του C. diff υπό έλεγχο.
Σε κάποιες περιπτώσεις ωστόσο, μπορεί να εκδηλωθεί λοίμωξη από C. diff.
Αυτό γίνεται κυρίως με δύο τρόπους:
Επαφή με μολυσμένο αντικείμενο: Το κλωστηρίδιο είναι μεταδοτικό. Το άγγιγμα αντικειμένων, συμπεριλαμβανομένων τροφίμων και επιφανειών, που έχουν έρθει σε επαφή με κόπρανα από κάποιον που έχει το βακτήριο μπορεί να το μεταδώσει.
Λήψη αντιβιοτικών: Τα αντιβιοτικά βοηθούν στην καταπολέμηση των κακών βακτηρίων. Ωστόσο, το φάρμακο δεν γνωρίζει πάντα τη διαφορά μεταξύ καλών και κακών μικροβίων. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί μερικές φορές να απομακρύνει τα καλά βακτήρια που προστατεύουν τον οργανισμό μας από λοιμώξεις όπως αυτή που προκαλεί το κλωστηρίδιο.
Συμπτώματα
Το κύριο σύμπτωμα μιας λοίμωξης από κλωστηρίδιο είναι η διάρροια.
Άλλα συμπτώματα περιλαμβάνουν:
Τα συμπτώματα μιας λοίμωξης από C. diff μπορεί να κυμαίνονται από ήπια έως σοβαρά.
Τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας (NIH) συνιστούν να συμβουλεύεστε γιατρό εάν τα συμπτώματα δεν υποχωρήσουν εντός δύο ημερών.
Ζητήστε άμεση θεραπεία εάν έχετε έντονο κοιλιακό πόνο ή παρατηρήσετε αίμα στις κενώσεις.
Πώς εξαπλώνεται
Το βακτήριο C. diff προέρχεται από τα κόπρανα και είναι μεταδοτικό. Μπορείτε να μολυνθείτε εάν αγγίξετε μια επιφάνεια που έχει έρθει σε επαφή με κόπρανα από κάποιον με C. diff και στη συνέχεια αγγίξετε το στόμα σας.
Επιπλέον, τα σπόρια του C. diff είναι ανθεκτικά σε πολλές χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται για τον οικιακό καθαρισμό. Ως αποτέλεσμα, μπορούν να παραμείνουν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ποιος είναι πιο πιθανό να μολυνθεί;
Αν και ο καθένας μπορεί να μολυνθεί από C. diff, ορισμένοι άνθρωποι αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο.
Παράγοντες που μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο περιλαμβάνουν:
Διάγνωση
Ο γιατρός σάς ρωτάει συνήθως για τα συμπτώματα και το ιστορικό σας. Μπορεί επίσης να ζητήσει ανάλυση κοπράνων.
Αντιμετώπιση
Μια λοίμωξη με κλωστηρίδιο αντιμετωπίζεται συνήθως με τη χρήση αντιβιοτικών.
Σε κάποιες περιπτώσεις ο γιατρός μπορεί επίσης να προτείνει μια διαδικασία γνωστή ως σιγμοειδοσκόπηση για να επιβεβαιώσει τη σοβαρότητα της λοίμωξης.
Το CDC συνιστά τη λήψη μιας σειράς αντιβιοτικών για τουλάχιστον 10 ημέρες για τη θεραπεία μιας λοίμωξης από C. diff.
Στην περίπτωση υποτροπιάζουσας λοίμωξης, που ορίζεται ως τουλάχιστον δύο υποτροπές μετά το πρώτο επεισόδιο, η μεταμόσχευση μικροβιώματος μπορεί να θεωρηθεί πιθανή θεραπευτική επιλογή μετά από αντιβιοτική θεραπεία.
Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, μπορεί ο πάσχων να χρειαστεί να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση του προσβεβλημένου τμήματος του παχέος εντέρου.
Κατά την ανάρρωση είναι σημαντικό να πίνετε πολλά υγρά. Η διάρροια οδηγεί συχνά σε αφυδάτωση, οπότε είναι σημαντικό να αναπληρώνετε τα υγρά που χάνετε.
Επιπλοκές
Ενώ οι περισσότερες λοιμώξεις από C. diff δεν προκαλούν μακροχρόνια προβλήματα, οι πιο σοβαρές λοιμώξεις μπορεί να οδηγήσουν σε επιπλοκές, όπως:
Τοξικό μεγάκολο
Πρόκειται για σπάνια πάθηση που προκαλεί διόγκωση του παχέος εντέρου. Αν δεν αντιμετωπιστεί, το έντερο μπορεί να υποστεί ρήξη, η οποία μπορεί να αποβεί μοιραία.
Διάτρηση του εντέρου
Η βλάβη από μια λοίμωξη C. diff ή τοξικό μεγάκολο μπορεί να προκαλέσει τη δημιουργία μιας τρύπας στο έντερό σας.
Τραυματισμός των νεφρών
Σε σοβαρές περιπτώσεις λοίμωξης από C. diff, η ταχεία αφυδάτωση μπορεί να οδηγήσει σε οξεία νεφρική βλάβη.
Μπορεί να προληφθεί;
Παρά την ανθεκτικότητα του C. diff σε πολλά προϊόντα καθαρισμού, υπάρχουν αρκετά πράγματα που μπορείτε να κάνετε για να αποτρέψετε την ανάπτυξη ή τη μετάδοση των βακτηρίων C. diff.
Πλένετε τακτικά τα χέρια σας με σαπούνι και ζεστό νερό: Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό μετά τη χρήση του μπάνιου και πριν από το φαγητό.
Μην παίρνετε αντιβιοτικά χωρίς λόγο: Τα αντιβιοτικά είναι αποτελεσματικά μόνο για βακτηριακές λοιμώξεις. Δεν θα θεραπεύσουν μια ιογενή λοίμωξη, όπως η γρίπη ή το κοινό κρυολόγημα.
Διατηρείτε τις επιφάνειες σε χώρους συχνής χρήσης καθαρές: Αυτό περιλαμβάνει τα μπάνια και τις κουζίνες.
Με πληροφορίες από Healthline
Πηγή: www.truelife.gr